- άγιοι
- Ο όρος, με χριστιανική σημασία, χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να δηλώσει τα μέλη της εκκλησίας, τους χριστιανούς. Από τον 2o αι. και ύστερα η εκκλησία ονομάζει α. μόνο τους μάρτυρες (εκείνους που ομολόγησαν τη χριστιανική τους πίστη με μαρτυρικό θάνατο) και τους ομολογητές (εκείνους που ομολόγησαν σταθερά την πίστη τους στον Ιησού Χριστό με βασανιστήρια, δίχως όμως να θυσιάσουν τη ζωή τους). Αργότερα, όταν σταμάτησαν οι διωγμοί και επικράτησε ο χριστιανισμός, η εκκλησία ονόμασε α. και όλους εκείνους που ο καθημερινός τους βίος ήταν σύμφωνος με τη διδασκαλία του Ευαγγελίου· και τούτο γιατί ο χριστιανικός βίος θεωρήθηκε ένα είδος μαρτυρίου, και μάλιστα ο βίος των ασκητών και των μοναχών, ο γνωστός ως «μαρτύριον της συνειδήσεως». Για να ανακηρυχτεί ένας ά. πρέπει απαραίτητα να έχει τη μαρτυρία των σύγχρονων και των μεταγενεστέρων του, να συνοδεύεται η ζωή του από θαύματα που έκανε είτε όσο ζούσε είτε μετά τον θάνατό του. Το στοιχείο αυτό, το θαύμα, είναι απαραίτητο για να ανακηρυχτεί ένας ά. Η ανακήρυξη των α. γινόταν πάντοτε αυθόρμητα από τον λαό. Δεν ήταν δηλαδή απαραίτητη καμιά πράξη εκκλησιαστικής αρχής, αλλά εκτιμούσαν αυθόρμητα αυτόν που η συνείδηση της εκκλησίας (το πλήθος του λαού και του κλήρου) αναγνώριζε ως ά. Αντίθετα, μάλιστα, αυθαίρετη ανακήρυξη α. από επίσκοπο, μπορούσε να θεωρηθεί πράξη χωρίς περιεχόμενο. Η Ορθόδοξη Εκκλησία συνέχισε αυτή την τακτική, ενώ η Ρωμαιοκαθολική καθόρισε, από τον 10ο αι., να ανακηρύσσει τους α. μόνον o πάπας και με ορισμένη διαδικασία. Η Εκκλησία των Διαμαρτυρομένων απορρίπτει την τιμή και την προσκύνηση στους α., επειδή δεν αναγνωρίζει ότι μπορεί ο άνθρωπος να φτάσει στην αγιότητα. Οι ά. είναι είτε καθολικοί (τιμούνται από όλη την εκκλησία) είτε τοπικοί (τιμούνται από την εκκλησία στην οποία ανήκαν: π.χ. οι νεομάρτυρες Έλληνες της εποχής της τουρκοκρατίας). (Λαογρ.) Οι ά., συνεχιστές του έργου των αρχαίων θεών και ημιθέων-ηρώων, θεωρούνται από τον ελληνικό λαό προστάτες του γενικότερα, στους οποίους καταφεύγει σε ώρα ανάγκης (αρρώστιας και κάθε βιοτικής αντιξοότητας), αλλά μοιράστηκαν, όπως και εκείνοι, διάφορες ειδικές περιπτώσεις επέμβασης o καθένας τους. Αυτές κανονίστηκαν πολλές φορές από παρετυμολόγηση του ονόματός τους. Έτσι π.χ., ο άγιος Ελευθέριος ελευθερώνει, βοηθάει τις γυναίκες να γεννήσουν γρήγορα και ανώδυνα, η Γοργοεπήκοος Παναγία (ή, κατ’ άλλους, ο άγιος Αββακούμ ή άγιος Ακούφιος/Ιάκωβος, κατά τους Κύπριους, Α. Πακοή, κατά τον λαό) θεραπεύει τα αφτιά, o άγιος Φανούριος φανερώνει τα χαμένα, κλπ. Άλλοι πάλι, για λόγους άσχετους με το όνομά τους, έχουν ο καθένας ειδικό τομέα δραστηριότητας ως βοηθοί των ανθρώπων. Ο άγιος Μάμας π.χ. (2 Σεπτεμβρίου) προστατεύει τους γεωργούς, ο άγιος Μόδεστος (16 Δεκεμβρίου) τους κτηνοτρόφους κλπ. Τους α. τους φαντάζεται ο λαός όπως ακριβώς τους παρέστησε η αυστηρή τυπική βυζαντινή εικονογραφική παράδοση, γέρους συνήθως σεβάσμιους αλλά και νέους, πολλές φορές όμως και τελείως διαφορετικούς, όταν για παράδειγμα πηγαίνουν να βοηθήσουν π.χ. κάποιον «αναγκεμένο» και να του δώσουν θάρρος την ώρα που κινδυνεύει. Έτσι, πολλές φορές, άνθρωποι διηγούνται ότι είδαν την κατά τα άλλα γνωστή ως νεότατη Παναγία να τους παραστέκει με μορφή γριάς στον τελευταίο πόλεμο της Αλβανίας ή τον άγιο Νικόλα ως βαρκάρη στη θάλασσα κλπ. Οι ά. είναι μεν ευεργετικοί στους ανθρώπους, αλλα απαιτούν από αυτούς έμπρακτη αναγνώριση της ευεργεσίας τους όπως για παράδειγμα την εκτέλεση ταξίματος που τους έκαναν όταν τους επικαλέστηκαν. Να πάνε στην εκκλησία ένα κερί («σαν το μπόι τους») ή λάδι ή τάμα (ανάγλυφο το σώμα τους σε ασημένιο φύλλο ή το μέλος που αρρώστησε) ή να λειτουργήσουν την εκκλησιά τους κλπ. Όταν μάλιστα δεν εκτελέσουν την υπόσχεσή τους, ο ά. την απαιτεί με την εμφάνισή του με διάφορες μορφές στον επιλήσμονα, είτε στον ύπνο του είτε στον ξύπνιο, και σε ορισμένο πάντα σημείο του δρόμου του, ώσπου να τον πείσει. Όπως λέει ένα γνωμικό: «Μην τάξεις σε παιδί και σε ά.», γιατί θα σου τα απαιτήσουν φορτικά. Πολλές φορές μάλιστα τιμωρούν τους αγνώμονες. Όπως όμως οι ά. απαιτούν από τους πιστούς αναγνώριση της ευεργεσίας, έτσι και οι δεύτεροι, όταν προσφέρουν για ειδικό λόγο κάτι στον ά., απαιτούν ανταπόδοση. Γι’ αυτό λένε πως «ά. που δεν θαματουργεί δεν δοξάζεται». Το ίδιο λέγεται και για τους φτωχούς, τους μικρότερης σημασίας α. Όσο η αρχαία θρησκεία υποχωρώντας παραχωρούσε τη θέση της στη χριστιανική, οι ά. αντικαθιστούσαν πολλές φορές τους αρχαίους θεούς στα ανάλογα έργα τους. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας π.χ., η παρθένος Μαρία πήρε τη θέση της Αθηνάς παρθένου στον Παρθενώνα της Ακρόπολης που είχε μεταβληθεί σε ναό της Παναγίας της Αθηνιώτισσας. Ο άγιος Νικόλαος, προστάτης των ναυτικών, πήρε τη θέση του Ποσειδώνα, ο δρακοντοκτόνος άγιος Γεώργιος τη θέση του φονέα του Πύθωνα Απόλλωνα κλπ. Με τις γιορτές τους και με την παρετυμολόγηση του ονόματός τους, οι ά. προσδιορίζουν χρονικά τις καιρικές μεταβολές και τις διάφορες γεωργικές και άλλες απασχολήσεις του τόπου και του λαού μας. Ο άγιος Μηνάς (11 Νοεμβρίου) μηνά, προμηνύει το κρύο, της αγίας Άννας παίρνει άνεση, αρχίζει να μεγαλώνει πάλι η μέρα (με το παλιό ημερολόγιο, τη χειμερινή τροπή του ηλίου στις 9 Δεκεμβρίου), o άγιος Τρύφωνας (1 Φεβρουαρίου) είναι κλαδευτής και με κλαδευτήρι τον παριστάνουν στις εικόνες του κλπ.
Dictionary of Greek. 2013.